- λογικότης
- λογῐκ-ότης, ητος, ἡ,A rationality, Id.19.481, Alex. Aphr.in Metaph.205.33, Eust.1953.44.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
λογικότης — rationality fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λογικότητα — λογικότης rationality fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λογικότητι — λογικότης rationality fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λογικότητος — λογικότης rationality fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λογικότητα — η (AM λογικότης) [λογικός] η ιδιότητα τού λογικού, η φρόνηση, η σύνεση, η λογική σκέψη … Dictionary of Greek